ΤΟ ΑΝΘΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Τὴν ὄψι τῆς φωτιᾶς ἕναν καιρὸ
Οἱ ἄνθρωποι καθὼς πρωταντικρύσαν,
Μὲ πόθο ’σὰν ἐκείνη φλογερὸ
Ἐτρέξανε τυφλὰ καὶ τὴν ἐκλεῖσαν
Μέσα στὴν ἀγκαλιά, ’σὰ’ θησαυρό…
Μὰ μέσα στὰ λαμπρὰ τῆς φλόγας φείδια,
Ἐκεῖ ἐμείναν μαῦρ’ ἀποκαΐδια!
Τὴν πρώτη τὴ φορὰ ποὺ συντυχαίνει
Τὸ ἄνθος τῆς ἀγάπης κ’ ἡ καρδιά,
Ἀνοίγει, τὸ φυτεύει, τ’ ἀνασταίνει,
Γιὰ νὰ χαρῇ τὴν τόση του εὐωδιά˙
Τὴ χαίρεται, μοσχοβολᾷ, ἐμμορφαίνει,
Ἀλλὰ μαζῆ μαραίνεται καὶ λυώνει…
Τὸ ἄνθος τῆς ἀγάπης φαρμακώνει.
Δεκέμβριος 1881
(Τραγούδια της καρδιάς και της ζωής)
Κωστής Παλαμάς, Άπαντα, Τόμος Πρώτος, σ. 133 (2017)